Singular
Masculine Feminine Neuter
Comparative Singular
Masculine Feminine Neuter

Nominative αψηλός αψηλέσσα αψηλόν


Nominative αψηλότερος αψηλοτερέσσα αψηλότερον

Genitive αψηλόνος/αψηλή αψηλέσσας αψηλού


Genitive αψηλοτέρου αψηλοτερέσσας αψηλοτέρου

Accusative αψηλόν αψηλέσσαν αψηλόν


Accusative αψηλότερον αψηλοτερέσσαν αψηλότερον












Plural





Plural




Nominative αψηλοί αψηλοί αψηλά


Nominative αψηλότεροι αψηλότεροι αψηλότερα

Genitive αψηλιών αψηλιών αψηλιών


Genitive αψηλοτέρων αψηλοτέρων αψηλοτέρων

Accusative αψηλούς αψηλούς αψηλά


Accusative αψηλοτέρους αψηλοτέρους αψηλότερα