Singular
Masculine Feminine Neuter
Comparative Singular
Masculine Feminine Neuter

Nominative αψελός αψελέσσα αψελόν


Nominative αψελότερος αψελοτερέσσα αψελότερον

Genitive αψελόνος/αψελή αψελέσσας αψελού


Genitive αψελοτέρου αψελοτερέσσας αψελοτέρου

Accusative αψελόν αψελέσσαν αψελόν


Accusative αψελότερον αψελοτερέσσαν αψελότερον












Plural





Plural




Nominative αψελοί αψελοί αψελά


Nominative αψελότεροι αψελότεροι αψελότερα

Genitive αψελιών αψελιών αψελιών


Genitive αψελοτέρων αψελοτέρων αψελοτέρων

Accusative αψελούς αψελούς αψελά


Accusative αψελοτέρους αψελοτέρους αψελότερα